Διαφήμιση
Κυριακή, 15 Οκτώβριος 2023 14:47

HUMAN REQUIEM στην Ελευσίνα. Ισως η παράσταση της χρονιάς. Το aLive ήταν εκεί...

του Βασίλη Λαδονικόλα

Το Μυστήριο 14 HUMAN REQUIEM IN ELEUSIS, ήταν η πολυαναμενόμενη site specific παράσταση της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, σε σκηνοθεσία του Jochen Sandig και χορογραφία της Sasha Waltz, με τη συμμετοχή της 65μελούς Χορωδίας Ραδιοφωνίας του Βερολίνου (Rundfunkchor Berlin). Η παράσταση έλαβε χώρα στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας από τις 29 Σεπτεμβρίου έως την 1η Οκτωβρίου.
Πρόκειται για μια υπερβατική μουσική δημιουργία-στοχασμό, για τα ίδια υπαρξιακά ερωτήματα που έθεταν τα φημισμένα Ελευσίνια, αποτελώντας μια ανασύνθεση του Ανθρώπινου ρέκβιεμ, ειδικά σχεδιασμένη για τον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας με βάση το έργο του Johannes Brahms Ein Deutsches Requiem (Γερμανικό ρέκβιεμ).

Το αρχαίο ιερό της Ελευσίνας μεταμορφώθηκε σε ανοιχτό δημόσιο χώρο συλλογικής κάθαρσης, όπου το κείμενο και το σώμα, ο χώρος και ο ήχος συνενώθηκαν σε ένα ενιαίο έργο τέχνης. Όπως πολύ εύστοχα είχε επισημανθεί και στο δελτίο τύπου της παράστασης, αυτό που είδαμε δεν αποτέλεσε νεκρώσιμη ακολουθία, αλλά μια τελετή εορτασμού της ζωής και μια εμπειρία συλλογικής κάθαρσης βασιζόμενη στην παραδοχή ότι η θνητότητα ενώνει όλους τους ανθρώπους σε μία κοινή μοίρα.

Το Human Requiem δημιουργήθηκε το 2012 από τον Γερμανό σκηνοθέτη Jochen Sandig, τη χορογράφο Sasha Waltz, τον εικαστικό Brad Hwang και πολλούς ακόμη καλλιτεχνικούς συνεργάτες για τη Χορωδία Ραδιοφωνίας του Βερολίνου. Βασισμένο στη σύνθεση του Johannes Brahms Ein Deutsches Requiem, μια συγκινητική, διαθρησκειακή παρηγορία για τους ζωντανούς, την οποία ο Sandig τήρησε κατά γράμμα, το έργο μεταστοιχειώθηκε σε ένα ανθρώπινο Requiem ως ένα συναρπαστικό συναυλιακό γεγονός. Ορόσημο της επιτυχημένης διεπιστημονικής σειράς της Rundfunkchor Berlin, η παράσταση έχει περιοδεύσει έκτοτε ανά την υφήλιο, από τη Νέα Υόρκη στο Χονγκ Κονγκ, από το Βερολίνο και την Αθήνα στην Αδελαΐδα και από το Άμστερνταμ στη Γρανάδα. Το 2016 τιμήθηκε με το βραβείο Classical: NEXT Innovation Award, ενώ χαρακτηρίστηκε από την εφημερίδα New York Times «παράσταση-ύμνος στην εποχή μας».

Οι ιδιαιτερότητες, οι προδιαγραφές και ο ηχητικός σχεδιασμός
Στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας λοιπόν, η διεθνούς κύρους και φήμης χορωδία Rundfunkchor Berlin, παρουσίασε ένα πολυσυλλεκτικό έργο υπό τη μουσική διεύθυνση του Gijs Leenaars, με τις φωνές των μελών της χορωδίας να γεμίζουν τον χώρο σαν καθένας τους να ήταν σολίστ με το δικό του μέρος και χώρο στο δρώμενο. Αντίστοιχα τα ρυθμικά μέρη και οι μελωδίες και των δυο grand πιάνων (με δυο πιανίστες πάντα πίσω από το κλαβιέ) γέμισαν όλο τον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας με τρόπο διακριτικό που παρέπεμπε σε φυσικό άκουσμα, τόσο όσον αφορά τη στάθμη, αλλά και τη χροιά και τον προσδιορισμό της πηγής.
Για να γίνουν όλα αυτά, πέρα από το όραμα του σκηνοθέτη, τον επαγγελματισμό των εκτελεστών, χορωδών και τον εξαιρετικό (όπως αποδείχθηκε εμπράκτως και εκ του αποτελέσματος) ηχητικό σχεδιασμό του Holger Schwark, θα έπρεπε να υπάρχει όλος ο τεχνικός εξοπλισμός που είχε προδιαγράψει ο Holger στο rider προς τους διοργανωτές, και βεβαίως μια άκρως επαγγελματική ομάδα εκτέλεσης παραγωγής / τεχνικής επιμέλειας, που να πετάει ‘φωτιές’ καθώς ο χαρακτήρας του έργου απαιτούσε χειρουργική ακρίβεια σε όλα τα επιμέρους στάδια και σε κάθε εκατοστό του ιδιαίτερου και δαιδαλώδους αυτού venue, που ούτως ή άλλως σαν χώρος εκπέμπει εδώ και αιώνες τη δική του ενέργεια.
Και η ομάδα της Manos Backline Services που είχε αναλάβει την τεχνική επιμέλεια της παράστασης κυριολεκτικά πετούσε, με τους Νίκο Κοντιζά και Γιώργο Ανδρεαδάκη να είναι υπεύθυνοι της ομάδας και να έχουν επιμεληθεί το σχεδιασμό της ηχητικής και φωτιστικής κάλυψης της παράστασης και την εκτέλεση της παραγωγής.
Όπως είπαμε η πολυπολοκότητα της εγκατάστασης ‘χτύπαγε κόκκινο’, καθώς η περιοχή κάλυψης ήταν τεράστια, ανισόπεδη, με τις ιδιαιτερότητες ενός αρχαιολογικού χώρου όπου ως γνωστόν οι υποδείξεις των αρχαιολόγων αποτελούν ‘νόμο’ και με το κέντρο ελέγχου ήχου και φωτισμού (FOH) να βρίσκεται στο λόφο πάνω και έξω από τα δρώμενα και η οπτική επόπτευση να υλοποιείται μέσω μόνιτορ από κάμερες που είχαν τοποθετηθεί ειδικά για το σκοπό αυτό.

Τα υπεραπαραίτητα Axient της Shure
To rider της παραγωγής ζητούσε συγκεκριμένο εξοπλισμό για τα κρίσιμα πεδία της παράστασης, όμως όπως μας εξήγησε ο Μάνος Βασιλάκης, τα ασύρματα ψηφιακά συστήματα Axient Digital της Shure ήταν αδιαπραγμάτευτα για την υλοποίηση της παραγωγής και είχαν προδιαγραφεί ως απολύτως απαραίτητα (το γιατί μπορείτε να το διαβάστε πιο κάτω στην συνέντευξη του Holger Schwark όπου τον ρωτάμε γι αυτό και για πολλά άλλα).
Παράλληλα, η μεγάλη ποσότητα καναλιών Axient Digital που απαιτήθηκε (συνολικά 72 κανάλια), καθιστούσε την Manos Backline Services ως τη μοναδική Ελληνική rental εταιρία που μπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εν λόγω παραγωγής.

…και η πληθωρική
DiGiCo Quantum 338
Η Quantum 338, ήταν κι αυτή προτεραιότητα για τον Holger, καθώς ήθελε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο όλες τις σύγχρονες ψηφιακές της δυνατότητες και την πιστότητα του ήχου της, ενώ σημειωτέον η παράσταση κινηματογραφήθηκε και ηχογραφήθηκε και τις 3 ημέρες.

Ο ηχητικός εξοπλισμός

Ο Νίκος Κοντιζάς τεχνικός διευθυντής και product manager εκ μέρους της Manos Backline Services, μας ξενάγησε διεξοδικά σε όλη την εγκατάσταση και τον επιμέρους εξοπλισμό και έλυσε όλες τις απορίες μας για το set-up και τη συνδεσμολογία του, ενώ αντίστοιχα ο Γιώργος Ανδρεαδάκης που είχε την ευθύνη της εγκατάστασης και της εύρυθμης λειτουργίας των ασύρματων ψηφιακών συστημάτων του project, μας ξενάγησε στα ασύρματα ψηφιακά συστήματα Axient Digital της Shure.

Η θεωρητική και πρακτική ξενάγηση του Νίκου ακολουθεί την πορεία του δρώμενου από την είσοδο του αρχαιολογικό χώρου, το πέρασμα από τη σπηλιά που θεωρούνταν ως μια από τις εισόδους του κάτω κόσμου έως και το άνω πλάτωμα που ήταν το περιστύλιο του αρχαίου ναού, όπου και το δρώμενο έφτασε στην κορύφωσή του.  Όπως μας ανέφερε ο Νίκος, στο σημείο που μπαίνουν οι θεατές στο πρώτο πεδίο διεξαγωγής του έργου, εκεί βρίσκεται το grand πιάνο της Steinway & Sons, ενώ από εκεί ξεκινάει και η καλωδίωση, γι’ αυτό και λίγο πιο δίπλα βρίσκεται το SD Rack της DiGiCo, απ’ όπου βγαίνουν όλα τα outputs και μοιράζονται δεξιά και αριστερά στα ηχεία που βρίσκονται διακριτικά τοποθετημένα (και καμουφλαρισμένα όπου χρειαζόταν) σε όλη τη διαδρομή και την εξέλιξη του δρώμενου. Πιο συγκεκριμένα, στο δεξί τμήμα της διαδρομής βρίσκονταν όλα τα Χ12 της L-Acoustics (συνολικά 26 τεμάχια), ενώ όλα τους οδηγούνται από 7 ενισχυτές LA4. Στο αριστερό τμήμα της διαδρομής εγκαταστάθηκαν 30 ηχεία Bose S1 Pro, που είναι ηχεία μπαταρίας ενώ τροφοδοτήθηκαν ασύρματα με σήμα, με την βοήθεια 32 pack ΕΚ 2000 της Sennheiser. Η καλωδίωσή τους ήταν L-R ανά ένα, από κάτω προς τα επάνω (τόσο τα L-Acoustics, όσο και τα Bose). Τον έλεγχο, την επεξεργασία και τη διανομή όλο των σημάτων εισόδου, ανέλαβε μια DiGiCo Quantum 338 σε SD Rack με Optocore με 56in /56out, που όπως είπαμε είχε τοποθετηθεί εκτός πεδίου παράστασης, στην κορυφή του λόφου μαζί με τα ασύρματα συστήματα Axient της Shure, την MA Lighting για τον έλεγχο του φωτισμού και όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό ελέγχου, ενώ ο οπτικός έλεγχος γινόταν μέσω μόνιτορ οθονών.
Σημειωτέον ότι μια πολύ ενδιαφέρουσα υλοποίηση που είδαμε (και ακούσαμε) ήταν μια ιδέα του υπεύθυνου ηχητικού σχεδιασμού του έργου, Holger Schwark, ο οποίος ζήτησε την εγκατάσταση μιας σειράς ηχείων, που βρίσκονταν στο άνω τμήμα του περιστυλίου του αρχαίου ναού όπου έλαβε χώρα το κύριο (και τελικό) στάδιο του έργου και τα οποία δεν εξέπεμπαν προς τους θεατές, αλλά αντίθετα από αυτούς προς το μαρμάρινο τείχος, ώστε να δημιουργηθεί μια φυσική ηχητική ανάκλαση ως αντήχηση από τα φυσικά υλικά του χώρου. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιήθηκαν 4 καμπίνες AL90 της d&b audiotechnik, οδηγούμενες από έναν ενισχυτή / επεξεργαστή D80.

Ο στόλος και ο ρόλος των Shure Axient
Όπως μας είπαν οι υπεύθυνοι εκτέλεσης της παραγωγής της Manos Backline Services, αλλά και ο Holger Schwark που ήταν και ο συντάκτης του rider των προδιαγραφών και του τεχνικού εξοπλισμού, ο ρόλος των Shure Axient ήταν ιδιαίτερα κρίσιμος στην παράσταση, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία τους χρησιμοποιήθηκε στην πολυμελή χορωδία της Ραδιοφωνίας του Βερολίνου (Rundfunkchor Berlin).
Για τις ανάγκες του έργου, χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 72 κανάλια Axient και 4 QLXD. Οσον αφορά τον στόλο των Axient, αυτός περιλάμβανε συνολικά 16 δικάναλους Digital Wireless Receiver AD4D και 10 τετρακάναλους Digital Wireless Receiver AD4Q. Οσον αφορά τα Digital Wireless Bodypack Transmitter που χρησιμοποιήθηκαν, αυτά ήταν τα ΑD1, ΑDX1 και ΑDX1Μ (Micro Bodypack Transmitter).

Τα 64 από τα 72 κανάλια Axient χρησιμοποιήθηκαν για την 64μελή Χορωδία της Ραδιοφωνίας του Βερολίνου, ενώ τα υπόλοιπα 2 χρησιμοποιήθηκαν στους σολίστ, 2 ακόμα υπήρχαν ως spare για τους σολίστ και τα υπόλοιπα 4 χρησιμοποιήθηκαν στο main piano της άνω πλατείας που ήταν ‘ασύρματο’ (τα 2 και τα άλλα 2 ως back up). Τα 4 QLXD τα είχαν ο σκηνοθέτης, η χορογράφος και οι δυο χειριστές για την καθοδήγηση των μουσικών και των χορωδών στις πρόβες.
Σημειωτέον ότι χρησιμοποιήθηκαν και 8 κανάλια In ear personal Monitoring System PSM 1000 της Shure για την οδήγηση των Bose της πλατείας (4 κανάλια, ενώ τα άλλα 4 ήταν backup), αλλά και για χρήση in ear των Γερμανών τεχνικών της παραγωγής.

Οσον αφορά τα μικρόφωνα, στα 64 Shure Axient της Xορωδίας ‘κούμπωσαν’ 64 καρδιοειδή μικρόφωνα μινιατούρες 4080 της DPA, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και τα DPA 4061 στα δυο πιάνα, ενώ το backup ζευγάρι σε κάθε πιάνο ήταν τα Neumann MCM 114.
Στους σολίστ χρησιμοποιήθηκαν τα DPA 6066, ενώ τα mic distributor ήταν 4 Shure SWB 845 E και 1 Shure 845 UWB ως master distributor.
Στα ασύρματα ψηφιακά συστήματα μας ξενάγησε όπως είπαμε ο Γιώργος Ανδρεαδάκης που μας ενημέρωσε ότι τα πρώτα 64 κανάλια της χορωδίας τα παίρνει στην DANTE κάρτα της Quantum 338, ενώ τα υπόλοιπα 8 στις ψηφιακές AES εισόδους της DiGiCo. Όπως μας έδειξε ο Γιώργος, το κάθε ρακ με Axient είναι γεφυρωμένο πίσω και πάει στο switch το οποίο υποδέχεται και τα 4 υπάρχοντα ρακ μαζί με το master rack. Χρησιμοποιούνται επίσης 5 Antenna Distributor Systems UA845UWB της Shure (αποτελούν 5-way active antenna / power distributor συστήματα), με τις κεραίες να συνδέονται στο πέμπτο εξ’ αυτών, το οποίο ήταν συνδεδεμένο και με τον AD600 Axient Digital Spectrum manager για σάρωση (και monitoring) του φάσματος και συντονισμό συχνοτήτων από 174MHz έως 2GHz σε πραγματικό χρόνο. Οι κεραίες που χρησιμοποιήθηκαν ήταν οι active κατευθυντικές κεραίες UA874 και συγκεκριμένα 4 τέτοιες μαζί με δυο passive splitter της Shure.
Επίσης, όπως μας διευκρίνισε ο Γιώργος, όλα τα Axient λειτουργούσαν σε High Density mode, για μέγιστο αριθμό καναλιών συστήματος. Στην πράξη, η κάλυψη που επιτεύχθηκε ξεπερνούσε τα 120 μέτρα και ήταν άριστη.

Φωτισμοί
Στον τομέα του φωτισμού μια GrandMA3 με ένα grandMA3 processing unit M κρατούσαν τη μπαγκέτα, ενώ ο υπόλοιπος εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε ήταν ο εξής:
12 LED Par, 16 bars LED Fos IP65, 2 follow spot Robert Juliat 2,5kW, 1 ARRI HMI 2,5kW, 2 ETC Fos 4 PL8 panel και 4 ασύρματα, μπαταρίας Chauvet Freedom Par Tri-6

Visual και δίκτυα
Ο Visual εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες της παραγωγής περιλάμβανε 3 κάμερες Blackmagic Micro Studio 4K, που αποτελούν μια από τις μικρότερες HD broadcast κάμερες της αγοράς, μια κονσόλα χειρισμού Blackmagic Design ATEM 2 M/E Advanced + CCU και δυο 55ιντσών LED οθόνες της Samsung που εκτέλεσαν χρέη monitor, γιατί όπως αναφέραμε από τον πρόλογο, όλοι οι χειριστές στο FOH είχαν πρόσβαση στα δρώμενα μόνο μέσω οθονών. Οσον αφορά τα δίκτυα, χρησιμοποιήθηκε η μονάδα UDM-Pro UBIQUITI Networks που λειτουργεί και ως πύλη ασφαλείας, ενώ προσφέρει αξιοπιστία σε Large Network εφαρμογές, ένα UBIQUITI 48port PRO POE network switch, 4 Access point WiFi 6 long range της ίδιας εταιρίας, ενώ όλο το σύστημα ενδοεπικοινωνίας που χρησιμοποιήθηκε και λειτούργησε απρόσκοπτα ήταν της Green-GO.

HUMAN REQUIEM IN ELEUSIS – μια ‘μαγική’ εμπειρία φυσικού immersive
Δίχως υπερβολή, το HUMAN REQUIEM ήταν μια αυθεντικά τελετουργική παράσταση που μας παρέσυρε σε μια ενιαία μυσταγωγία συμμετοχής και εξαγνισμού. Ένα βαθύτατα εσωτερικό δρώμενο που ποτέ δεν κούρασε τον θεατή ενώ αρμονικά τον ενέταξε στη δράση του, σε κάθε του εξελικτικό στάδιο έως την τελική κορύφωση. Ηδη από την έναρξη του Ανθρώπινου Ρέκβιεμ, στο πλάτωμα της εισόδου του αρχαιολογικού χώρου, ως θεατές (εκδόθηκαν αυστηρά 300 εισιτήρια εισόδου για κάθε ημέρα) ενταχθήκαμε αβίαστα και αρμονικά σε αυτό, καθώς και τα  65 μέλη της χορωδίας της Rundfunkchor Berlin (που μεταξύ πολλών άλλων διακρίσεων έχει στην κατοχή της και τρία βραβεία Grammy), περπατούσαν αργά και ανεπιτήδευτα ανάμεσά μας, ερμηνεύοντας τα φωνητικά μέρη τους, δημιουργώντας έτσι μια φυσική immersive εμπειρία, μια surround αίσθηση πολλαπλών πηγών καθώς ερμήνευαν σε διαφορετική τονικότητα τους μελοποιημένους στίχους. Το πιάνο ήταν πάντα εκεί στιβαρό και ακουγόταν παντού το ίδιο, καθώς τα διασκορπισμένα ηχεία στο χώρο φρόντιζαν να προσδίδουν μια αίσθηση ισορροπίας ανάμεσα στον φυσικό και στον ενισχυμένο ήχο, με τον μέσο θεατή / ακροατή να μην μπορεί να αντιληφθεί την ύπαρξη ηχείων διαμοιρασμένων παντού στο χώρο… Ακόμα και όταν ξεκίνησε η ανάβαση κατά μήκος του διαδρόμου και σταθήκαμε κάπου στη μέση αυτού, προκειμένου να λάβει χώρα το δρώμενο δίπλα στη σπηλιά (γνωστή ως μια από τις καθόδου στον κάτω κόσμο), και παρότι είμασταν μακριά από το πιάνο και απέναντι από τη χορωδία, εντούτοις είχαμε ακόμα την αίσθηση της φυσικότητας και της απουσίας συστήματος ενισχυμένου ήχου, παρότι εδώ η ακρόαση λάμβανε χώρα σχεδόν αποκλειστικά, από τα ηχεία. Ακριβώς η ίδια αίσθηση κυριάρχησε και στο άνω τμήμα της πλατείας στο σημείο του περιστυλίου του αρχαίου ναού, όπου οι θεατές πήραν θέση στις ‘κερκίδες’ απέναντι από τα δρώμενα, με τους 65 χορωδούς και τους χορευτές να βρίσκονται σε διαρκή κίνηση γύρω από το δεύτερο Grand piano CF3S της Yamaha. Εδώ εκτυλίχθηκε και η κορύφωση του δρώμενου με τους χορωδούς και τους μουσικούς να καθοδηγούνται από τους δυο μαέστρους και το κοινό στο τέλος να κατεβαίνει από τις θέσεις του και να αναμιγνύεται στον τόπο δράσης – κάθαρσης με τους συντελεστές της παράστασης, με την immersive εμπειρία να εμπλουτίζεται ακόμα περισσότερο με τις φυσικές ανακλάσεις χάρη στην διακριτική αλληλεπίδραση των μαρμάρων με τα 4 ηχεία της d&b audiotechnik που είχαν αναλάβει ακριβώς αυτό το ρόλο από τον sound designer της παράστασης. Η συλλογική κάθαρση ολοκληρώθηκε με τα 20 νεαρά παιδιά που ντυμένα στα ολόλευκα συμβόλιζαν την νίκη της ζωής ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση μιας μοναδικής μουσικής παράστασης, στην οποία κυριάρχησαν οι συμβολισμοί, το μέτρο, η διάδραση, η immersive ηχητική εμπειρία και η φυσικότητα στον τρόπο προσέγγισης, αφού η τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε είχε αυτόν ακριβώς το σκοπό να φέρει εις πέρας: να διασφαλίσει και να επιτύχει τη μέγιστη δυνατή φυσικότητα όσον αφορά το ακρόαμα, αλλά και το θέαμα και τους φωτισμούς (που επίσης ήταν διακριτικοί δίχως υπερβολές και ‘φωτορύπανση’). Και τα κατάφερε σε απόλυτο βαθμό. Μια παράσταση που ο υπογράφων αλλά και όλοι όσοι παραβρέθηκαν είμαι βέβαιος ότι θα τη θυμούνται για χρόνια…

Σε τεχνικό επίπεδο το ζητούμενο επετεύχθη απόλυτα, αφού σε αυτό συνέβαλαν όλοι οι εμπλεκόμενοι, τα ‘εργαλεία’ που χρησιμοποίησαν, καθώς και ο τρόπος και πρωτίστως η αισθητική με την οποία προσέγγισαν τα δρώμενα.

Ευχαριστούμε την ομάδα της Manos Backline Services, καθώς και τα μέλη των τεχνικών της Γερμανικής ομάδας για τις πληροφορίες που μοιράστηκαν μαζί μας και για την ξενάγησή τους στα ενδότερα της παράστασης… Επίσης, ένα ευχαριστώ προσωπικά και στο Μάνο Βασιλάκη, όχι τόσο για την πρόσκληση, αλλά για το ότι μετά από τόσα χρόνια συμπόρευσης στον κλάδο, ήταν η πρώτη παράσταση που είδαμε και απολαύσαμε (βιώσαμε είναι η σωστή έκφραση εν προκειμένω) μαζί…

Συνέντευξη
με τον υπεύθυνο ηχητικού σχεδιασμού Holger Schwark
aLive: Holger, πώς προσέγγισες θεωρητικά τον ηχητικό σχεδιασμό του έργου και πόσο δύσκολο ήταν να το «μεταφράσεις» όλο αυτό στην πράξη σε έναν τόσο δύσκολο χώρο όπως ο αρχαιολογικός χώρος της Ελευσίνας;

Όταν με προσέγγισαν για το έργο, ήξερα αμέσως ότι οτιδήποτε θα προέκυπτε ως σχέδιο θα απαιτούσε ασύρματα μικρόφωνα για όλα τα μέλη της χορωδίας, καθιστώντας όλο το project λίγο δύσκολο όσον αφορά τις ασύρματες συχνότητες και την κάλυψη, μαζί με σχετικές ερωτήσεις προϋπολογισμού που συνοδεύονται από υψηλούς αριθμούς των ασύρματων καναλιών. Μετά την εξέταση των εικόνων του χώρου, έγινε επίσης σαφές ότι οποιοδήποτε σύστημα τύπου "PA" με μεγάλα ηχεία, σε βάσεις ή αναρτημένα σε οποιαδήποτε δομή, πιθανότατα δεν θα ήταν μια εύστοχη επιλογή και επομένως θα μπορούσε να λειτουργήσει καλύτερα με έναν αρκετά μεγάλο αριθμό από μεγάφωνα που θα διανέμονταν σε όλη την τοποθεσία. Κάτι σαν τον ήχο σε ένα μεγάλο θεματικό πάρκο, όπου μπορείτε να βρείτε μεγάφωνα στους θάμνους κάθε λίγα μέτρα.

Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο χώρο τον Μάρτιο, αυτή η βασική ιδέα αποδείχτηκε εφικτή στο μυαλό μου, οπότε διερεύνησα και επέλεξα όλες τις θέσεις των ηχείων, με την προϋπόθεση βεβαίως ότι είχα την έγκριση των αρχαιολόγων και των υπεύθυνων του χώρου, καθώς ως γνωστόν λαμβάνεται μεγάλη προσοχή για την προστασία κάθε πέτρας σε έναν τόσο σημαντικό ιστορικό χώρο.

Αποφάσισα να κρατήσω χαμηλά τα περισσότερα ηχεία, κυρίως στο έδαφος ή σε χαμηλές πλατφόρμες. Όπου ήταν δυνατόν, χρησιμοποιήσαμε υπάρχουσες κατασκευές, κατασκευασμένες για πινακίδες που εξηγούν στους επισκέπτες τι υπάρχει μπροστά τους. Αυτό σημαίνει ότι κανένα από τα μεγάφωνα δεν στόχευε απευθείας στο αυτί κανενός, αλλά στα γόνατά του. Η εμπειρία ακρόασης που προκύπτει είναι λιγότερο άμεση, πιο διάχυτη, καθώς συχνά οι υψηλές συχνότητες χτυπούν έναν τοίχο ή μια μεγάλη πέτρα στην αντίθετη πλευρά της διαδρομής του κοινού και η αντανάκλαση προσθέτει μια λεπτή αίσθηση χώρου. Κάθε φορά που κάποιοι τραγουδιστές βρίσκονταν κοντά σας, ακούγατε τον αρχικό τους ήχο πρώτος και δυνατότερος, οπότε η προσωπική εμπειρία θα ήταν λίγο διαφορετική όπου κι αν βρίσκεστε, αλλά πάντα ένας ωραίος συνδυασμός άμεσου τραγουδιού, μια καλά μιξαρισμένη χορωδία από τα ηχεία και μερικές ακουστικές αντανακλάσεις τόσο του αρχικού όσο και του ενισχυμένου ήχου. Στη συνέχεια, υπήρχαν τα 2 πιάνα με ουρά που προφανώς δεν μπορούσαν να κινηθούν, οπότε ο όμορφος ήχος τους, που καταγράφηκε από 2 μικρόφωνα Neumann KK14 και 2 μικρόφωνα DPA 4061 το καθένα (4 μικρόφωνα ανά πιάνο) συνέχισε να ‘τυλίγει’ τους πάντες από τα ηχεία, και αυτό διπλασιάστηκε καθώς αποτελούσαν ταυτόχρονα και τα μόνιτορ των τραγουδιστών της χορωδίας.

aLive: Ποιες ήταν οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στο χώρο και πώς τις ξεπεράσατε;
Τα 2 μεγάλα και βασικά ερωτήματα ήταν, πώς να καλυφθεί απρόσκοπτα με ασύρματο δίκτυο μια τόσο μεγάλη τοποθεσία με αξιόπιστο τρόπο και πώς να περάσουν τα απαιτούμενα καλώδια για να τροφοδοτήσουν τα ηχεία σε ανώμαλα εδάφη.

Είχαμε αποφασίσει να χωρίσουμε τα ηχεία σε περίπου δύο μισά, με κάθε ηχείο στην πλευρά του "λόφου" της τοποθεσίας συνδεδεμένο με τους ενισχυτές του, και το άλλο μισό ασύρματο και σε επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο αντίκτυπος των εγκαταστάσεών μας και να μη δημιουργήσουμε προβλήματα στους καθημερινούς επισκέπτες του χώρου (διότι ο αρχαιολογικός χώρος παρέμενε ανοικτός και επισκέψιμος). Τα περισσότερα από τα ενσύρματα ηχεία ήταν 26 L-Acoustics X12, με 4 επιπλέον d&b AL90. Όσον αφορά την ασύρματη πλευρά, μετά από κάποια έρευνα και αξιολόγηση άλλων επιλογών, επιλέξαμε 24 ηχεία BOSE S1 Pro με επαναφορτιζόμενη μπαταρία, με συστήματα Sennheiser IEM για ασύρματες συνδέσεις ήχου. Όταν ξεκίνησαν οι πρόβες, δυστυχώς μερικοί από τους ασύρματους δέκτες αντέδρασαν στην παρουσία κοντινών ανθρώπων με περιστασιακά θορύβων, περισσότερο από ό,τι περιμέναμε, που αποσπούσαν την προσοχή, έτσι τελικά μερικές από αυτές τις ασύρματες συνδέσεις αντικαταστάθηκαν με καλώδια XLR σε που δρομολογήθηκαν ανάμεσα από πέτρες κι έτσι διορθώθηκε πλήρως το πρόβλημα.

aLive: Παρακολουθώντας τη δράση, συνειδητοποίησα ότι παντού υπήρχε μια ιδανική ισορροπία μεταξύ φυσικού και ενισχυμένου ήχου, με τους θεατές να μην αντιλαμβάνονταν καν την ύπαρξη ενός ενισχυμένου ηχητικού συστήματος στον χώρο.
Λοιπόν, αυτό ακριβώς ήταν το σχέδιο, και χαίρομαι που περιγράφεις την προσωπική σου εμπειρία με αυτόν τον τρόπο!

aLive: Ενημερώθηκα από την ομάδα παραγωγής ότι τα συγκεκριμένα μικρόφωνα (Shure Axient) ήταν απαραίτητα για το έργο. Θα μας εξηγήσεις το γιατί;
Ο αρκετά μεγάλος αριθμός των 76 καναλιών ασύρματων μικροφώνων απαιτούσε ένα σύγχρονο, ψηφιακό ασύρματο σύστημα και το Axient Digital ήταν μια εξαιρετική επιλογή. Τα ψηφιακά ασύρματα συστήματα χρησιμοποιούν το εύρος ζώνης συχνότητας πιο αποτελεσματικά από τα παλαιότερα, αναλογικά. Τα βασικά πλεονεκτήματα της σειράς Axient Digital είναι η ποιότητα ήχου και η καλή και αποτελεσματική χρηστικότητα, μαζί με το λογισμικό Shure Wireless Workbench. Όλα τα μικρόφωνα της χορωδίας ήταν μικρόφωνα τύπου DPA 4080 cardioid lavalier. Οι 2 σολίστ χρησιμοποιούσαν DPA 6066, επομένως τα μικρόφωνά τους ήταν πιο κοντά στο στόμα του τραγουδιστή από τα μικρόφωνα της χορωδίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα εξαιρετικό μείγμα και μια ιδανική προοπτική των σημάτων τους.

aLive: Πληροφορήθηκα ότι και η DiGiCo Quantum 338 ήταν επίσης απαραίτητη στο technical rider που στείλατε στην παραγωγή… Η Quantum 338 είχε όντως καθοριστεί στο rider μου, αλλά θα μπορούσε να ήταν οποιαδήποτε κονσόλα Digico με επαρκή αριθμό καναλιών εισόδου και bus channels. Με την ύπαρξη όμως της 338, η καλωδίωση στους δέκτες Axient Digital απλοποιήθηκε σημαντικά χρησιμοποιώντας μια κάρτα διασύνδεσης DMI Dante, κι έτσι τα πρώτα 64 κανάλια μπήκαν στην κονσόλα με ένα μόνο ζεύγος καλωδίων δικτύου Dante.

aLive: Αν δεν κάνω λάθος η εκπομπή κινηματογραφήθηκε. Φροντίσατε και για την πολυκαναλική ηχογράφηση; Ποιες ήταν οι δυσκολίες της ηχογράφησης σε σχέση με τον ζωντανό ήχο;
Πράγματι. Όλα καταγράφηκαν μέσω MADI σε 2 redundant computers. Ομολογουμένως, η επιπλέον προσπάθεια που απαιτγείται για ηχογράφηση είναι ελάχιστη στις μέρες μας, χάρη στις δυνατότηες της ψηφιακής τεχνολογίας και των αντίστοιχων προγραμμάτων.

Ο Thorsten Hoppe, ο οποίος ήταν ο μηχανικός μου στο FOH, πάνω στην τέντα,  δημιούργησε μια όμορφη στερεοφωνική μίξη ηχογράφησης, φροντίζοντας συχνά όλες οι φωνές μέσα σε μια ομάδα χορωδίας να ακούγονται περίπου στην ίδια ένταση, με αποτέλεσμα την ενιαία και φυσική ισορροπία του ήχου της χορωδίας. Αυτή η στερεοφωνική ζωντανή μίξη θα χρησιμοποιηθεί για το μοντάζ της ταινίας.
Ωστόσο μέσω της κονσόλας χρησιμοποιήσαμε ένα διαφορετικό τρόπο δημιουργίας μιας dual mono μίξης των ίδιων καναλιών, με κάποια δόση στερεοφωνικής ή χωρικής πληροφορίας με τη χρήση πολλαπλών group busses, και με το ίδιο fader balance του stereo recording mix, αλλά όχι μέσω των stereo panpots.
Χρησιμοποιώντας ένα δίκτυο WIFI που ήταν εγκατεστημένο για την κάλυψη του venue, κι ένα tablet iPad, μπορούσα να βρίσκομαι συνεχώς ανάμεσα στο κοινό και τη χορωδία και να προσαρμόσω τη ζωντανή μίξη κυρίως με 2 master fader, Choir και Piano, γνωρίζοντας πάντα ότι η εσωτερική ισορροπία αυτών των 2 ομάδων φροντίστηκε τέλεια.

Κατά τη διάρκεια των προβών μπορούσα επίσης να προσαρμόσω το  matrixing  σε όλα τα διαφορετικά ηχεία, χρησιμοποιώντας το iPad μου, αλλά κάποια στιγμή αυτό διευθετήθηκε με τη χρήση των snapshot της κονσόλας για την επίτευξη του επιθυμητού fade in και fade out μεταξύ των διαφόρων περιοχών κάλυψης των ηχείων, ανάλογα με τις ανάγκες της παράστασης. Φυσικά αυτές οι αυξομοιώσεις λάμβαναν χώρα με ιδιαίτερα smooth τρόπο ώστε το ακουστικό αποτέλεσμα να είναι απολύτως φυσικό.

aLive:
Είστε ικανοποιημένος από το τελικό αποτέλεσμα;
Ναι απολύτως! Είχαμε μια καλή πρόβα τζενεράλε και 3 φανταστικές παραστάσεις.

aLive: Πως ήταν η συνεργασία σας με την ομάδα της Manos Backline Services;
Ήταν υπέροχο να γνωρίσω αυτή την ομάδα σπουδαίων ανθρώπων, με επικεφαλής τον εκπληκτικό Νίκο Κοντιζά! Ακόμη και όταν αντιμετωπίζαμε αβέβαιες συνθήκες προβών λόγω προειδοποιήσεων για έντονες καιρικές συνθήκες, και κατά συνέπεια έπρεπε να καλύπτουμε και να αποκαλύπτουμε τα πράγματα πιο συχνά από το προγραμματισμένο. Tελικά ο καιρός δεν ήταν τόσο κακός και όλοι ήταν ευχαριστημένοι.

aLive: Και ποιες είναι οι γενικότερες εντυπώσεις σας από τον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας, που πλέον τον μάθατε καλά;
Εκπληκτικός χώρος! Είναι πραγματικά ένα μοναδικό μέρος με ενέργεια κι ένα φανταστικό σκηνικό για μια μουσική εμπειρία. Με αρκετή σκόνη βεβαίως… Αλλά μου άρεσε πολύ που πέρασα μια ολόκληρη εβδομάδα εκεί!

Συντελεστές - Credits
Σύλληψη - Σκηνοθεσία: Jochen Sandig
Δραματουργία - Χορογραφία: Sasha Waltz
Σκηνογραφία: Brad Hwang
Σχεδιασμός Φωτισμών: Jörg Bittner
Σχεδιασμός Ήχου: Holger Schwark
Κινηματογράφηση: Stephan Talneau

Rundfunkchor Berlin
Μουσική Διεύθυνση: Gijs Leenaars
Μουσική Συνδιεύθυνση: Justus Barleben

Ερμηνείες: Marlis Petersen (σοπράνο), Benjamin Appl (βαρύτονος), Angela Gassenhuber & Philip Mayers (πιάνο) και 65 χορωδοί της Rundfunkchor Berlin
Καλλιτεχνική συνεργασία / Πρόβα: Davide Camplani, Claudia de Serpa Soares, Ilka Seifert
Χορευτές/τριες: Clémentine Deluy (Δήμητρα), Claudia de Serpa de Soares (Περσεφόνη), Virgis Puodziunas (Άδης)

Εκτέλεση Παραγωγής, ηχητική, φωτιστική κάλυψη: Manos Backline Services

Μια συμπαραγωγή της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, του World Human Forum, του Υπουργείου Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Χορωδίας Rundfunkchor Berlin σε συνεργασία με το Sasha Waltz & Guests και το Radialsystem Berlin.
Με την υποστήριξη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής.

Rate this item
(2 votes)
email_linkE-mail
Login to post comments
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση
Διαφήμιση